Το Ευωκοινοβούλιο ψήφισε νέα Οδηγία που απαγορεύει την ατεκμηρίωτη χρήση γενικών περιβαλλοντικών όρων στις συσκευασίες προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, όπως «φιλικό προς το περιβάλλον», «φυσικό», «βιοαποικοδομήσιμο», «κλιματικά ουδέτερο» ή «οικολογικό».
Άρθρο του κ. Δημήτρη Μαντή, προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Παραγωγής Υλικών & Συσκευασίας (έντυπο τεύχος Απριλίου 2024).
Τους τελευταίους μήνες, στην Ευρωπαϊκή Ένωση καταγράφεται μια επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης νομοθετικών πρωτοβουλιών, με στόχο την πράσινη μετάβαση –αι στον κλάδο της συσκευασίας.
Πρόσφατα ψηφίστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η νέα Οδηγία 2024/825, η οποία απαγορεύει τους ψευδείς πράσινους ισχυρισμούς (greenwashing), δηλαδή τη διασπορά στην αγορά παραπλανητικών πληροφοριών σχετικά με την οικολογική ή φιλική προς το περιβάλλον συσκευασία διαφόρων προϊόντων. Στόχος της Οδηγίας είναι η προστασία των καταναλωτών από παραπλανητικές πληροφορίες marketing, καθώς και η ενδυνάμωση των βιώσιμων επιλογών.
Η νέα Οδηγία τροποποιεί τις Οδηγίες 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ με σκοπό την ενθάρρυνση των καταναλωτών για την πράσινη μετάβαση, μέσω της προστασίας τους από αθέμιτες πρακτικές και της καλύτερης ενημέρωσής τους. Σύμφωνα με αυτή, η διασφάλιση ότι οι περιβαλλοντικοί ισχυρισμοί είναι δίκαιοι, εύλογοι και αξιόπιστοι θα επιτρέψει στους εμπόρους να λειτουργούν με ισότιμους όρους ανταγωνισμού και θα δώσει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να επιλέγουν προϊόντα που είναι πραγματικά καλύτερα για το περιβάλλον σε σύγκριση με ανταγωνιστικά είδη.
Με τον τρόπο αυτό, θα ενισχυθεί παράλληλα ο εμπορικός ανταγωνισμός, οδηγώντας προς πιο βιώσιμα από περιβαλλοντικής άποψης προϊόντα και, κατά συνέπεια, στη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Η Οδηγία 2024/825 απαγορεύει τη χωρίς τεκμηριωμένη απόδειξη χρήση γενικών περιβαλλοντικών όρων, όπως «φιλικό προς το περιβάλλον», «φυσικό», «βιοαποικοδομήσιμο», «κλιματικά ουδέτερο» ή «οικολογικό». Επίσης ρυθμίζεται η χρήση των ετικετών βιωσιμότητας, δεδομένης της σύγχυσης που προκαλείται από τον πολλαπλασιασμό τους και την αδυναμία αξιοποίησης συγκριτικών δεδομένων. Στο μέλλον, στην Ε.Ε. θα επιτρέπονται μόνο ετικέτες βιωσιμότητας που βασίζονται σε επίσημα συστήματα πιστοποίησης ή που έχουν θεσπιστεί από δημόσιες αρχές.
Οριζόντια απαγόρευση τίθεται και στους ισχυρισμούς ότι ένα προϊόν έχει ουδέτερο, μειωμένο ή θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον, όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τέλος, απαγορεύεται η διατύπωση περιβαλλοντικού ισχυρισμού για ολόκληρο το προϊόν (π.χ. για ανακυκλωσιμότητα ή για περιεκτικότητα σε ανακυκλωμένο υλικό), καθώς και για την εμπορική επιχείρηση συνολικά, όταν στην πραγματικότητα ο ισχυρισμός αυτός αφορά μόνο ένα συγκεκριμένο μέρος του προϊόντος είτε μια ειδική ή μη αντιπροσωπευτική δραστηριότητα της επιχείρησης.
Τους επόμενους μήνες αναμένουμε την ανακοίνωση του Ευρωκοινοβουλίου σχετικά με το νόμο για τους πράσινους ισχυρισμούς (Green claims directive). Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η νέα Οδηγία θα υποχρεώνει τις εταιρείες να υποβάλλουν αποδεικτικά στοιχεία για το περιβαλλοντικό μάρκετινγκ, πριν διαφημίσουν προϊόντα ως π.χ. «βιοαποικοδομήσιμα».
Οι βασικές διατάξεις περιλαμβάνουν αυστηρές κυρώσεις για τους παραβάτες, μεταξύ των οποίων είναι ο προσωρινός αποκλεισμός από τους διαγωνισμούς δημοσίων συμβάσεων, αλλά και πρόστιμα ίσα τουλάχιστον με το 4% του ετήσιου κύκλου εργασιών.
Ο εισηγητής της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς κ. Andrus Ansip ανέφερε σχετικά: «Μελέτες δείχνουν ότι πάνω από το 50% των περιβαλλοντικών ισχυρισμών είναι ασαφείς, παραπλανητικοί ή αβάσιμοι. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ευχαριστημένους καταναλωτές εάν κάθε πράσινος ισχυρισμός είναι ψευδής».
Τι γίνεται εκτός Ευρώπης
Αντίστοιχες νομοθετικές πρωτοβουλίες καταγράφουμε και σε άλλες χώρες, όπως είναι η Αυστραλία, όπου η κρατική επιτροπή ανταγωνισμού ανανέωσε τις οδηγίες προς τις επιχειρήσεις για τους πράσινους ισχυρισμούς, μετά από πολλές καταγγελίες ενώσεων καταναλωτών και τη σχετική διαβούλευση που προηγήθηκε.
Έτσι, η εταιρεία παραγωγής γιαουρτιού MOO Premium Foods Pty Ltd, με έδρα τη Νότια Αφρική, υποχρεώθηκε να αλλάξει τη σήμανση και την πολιτική προώθησης των προϊόντων της, διότι ο ισχυρισμός «100% ocean plastic» κρίθηκε ως παραπλανητικός για τους καταναλωτές, οι οποίοι αντιλαμβάνονταν ότι η πλαστική ύλη που χρησιμοποιείται στη συσκευασία συλλέχθηκε από τη θάλασσα, γεγονός το οποίο δεν επιβεβαίωσε η εταιρεία.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο ο οργανισμός Advertising Standards Authority (ASA) δημοσίευσε νέες κατευθυντήριες γραμμές για την πράσινη απόρριψη, μετά από έρευνα των καταναλωτών που αναδεικνύει τη σύγχυση του κοινού σχετικά με όρους όπως είναι «βιοαποικοδομήσιμο» και «λιπασματοποιήσιμο». Στο εξής, τέτοιοι ισχυρισμοί θα πρέπει να τεκμηριώνονται στις ετικέτες με διάφορους τρόπους.
Από τον Ιανουάριο 2024, το μάρκετινγκ «πράσινης απόρριψης» πρέπει να προσδιορίζει ακριβώς με ποια μέρη του προϊόντος σχετίζεται ο ισχυρισμός και πόσος χρόνος χρειάζεται για να βιοαποικοδομηθεί πλήρως ή να κομποστοποιηθεί το προϊόν. Οι πληροφορίες σχετικά με τα επιβλαβή υποπροϊόντα που παράγονται κατά τη διαδικασία απόρριψης πρέπει επίσης να είναι λεπτομερείς.
Η απόφαση της ASA οφείλεται σε μια μελέτη σε Βρετανούς καταναλωτές σχετικά με την κατανόηση, τις προσδοκίες, τις συνήθειες και τις απόψεις τους για την απόρριψη οικιακών απορριμμάτων. Εξάλλου στο Ηνωμένο Βασίλειο η Επιτροπή Ανταγωνισμού και Αγοράς (CMA) μελετά φακέλους εταιρειών που ενδέχεται να παραπλανούν τους καταναλωτές μέσω ψευδών φιλοπεριβαλλοντικών ισχυρισμών.
Στις ΗΠΑ, λόγω απουσίας επικαιροποιημένου νομοθετικού πλαισίου στο οποίο μπορούν να κινηθούν οι brand owners, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) αντιπαρατίθενται νομικά με εταιρείες διάθεσης προϊόντων ευρείας κατανάλωσης (fast-moving consumer goods [FMCG]), με επίκεντρο τους πράσινους ισχυρισμούς.
Τυπικό παράδειγμα αποτελεί η δικαστική διαμάχη της ΜΚΟ «Organic Consumers Association» με την εταιρεία «Eggland’s Best» στο ανώτατο δικαστήριο της Κολούμπια, με βάση τον ισχυρισμό ότι η συσκευασία αυγών που κατασκευάζεται από πολυστερίνη δεν είναι φιλική στο περιβάλλον και ανακυκλώσιμη σε ευρεία κλίμακα. Επιστημονικά έχει τεκμηριωθεί η ανακυκλωσιμότητα της πολυστερίνης και μέσω του σχετικού σήματος.
Αξιοσημείωτη είναι και η περίπτωση της εταιρείας Colgate – Palmolive: Εκδικάζεται στην πολιτεία της Καλιφόρνιας η ένσταση καταναλωτών για την ανακυκλωσιμότητα των πλαστικών σωληναρίων οδοντόπαστας, την οποία ανακυκλωσιμότητα διαφημίζει η εν λόγω εταιρία. Σημειώνουμε ότι η ανακυκλωσιμότητα της δομής αυτής έχει πιστοποιηθεί από τον οργανισμό APR (Association of Plastic Recyclers).
Συμπεράσματα
Είναι αντιληπτό ότι, όταν απουσιάζουν κανόνες, ο καταναλωτής δεν προστατεύεται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές παραπλάνησης, όπως αντίστοιχα και οι εταιρείες διάθεσης συσκευασμένων αγαθών δεν προστατεύονται από μη τεκμηριωμένες επιστημονικά ενστάσεις ΜΚΟ και καταναλωτικών οργανώσεων.
Η Ε.Ε. εργάζεται για την ανάπτυξη σχετικής εργαλειοθήκης, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να επιλέγουν προϊόντα που είναι πιο ανθεκτικά, επισκευάσιμα και βιώσιμα, καθώς και με αξιόπιστη σήμανση.